Πέμπτη 6 Απριλίου 2017



ΔΙΑΒΑΣΤΕ
ΔΥΟ   (2) ΛΟΓΟΥΣ ΤΟΥ ΑΓ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΙΤΗ

137 ωφέλιμα κεφάλαια. 
(Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, Τόμος Δ΄).






Kανών ακριβής Γρηγόριε ωράθης,
Θείας προσευχής, πάντας εις ην οτρύνεις.

Βιογραφία

Ο Όσιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης οφείλει την επωνυμία του στο όρος Σινά, όπου έλαβε το μοναχικό σχήμα. Γεννήθηκε το έτος 1255 μ.Χ. στο χωριό Κούκουλο, πλησίων των Κλαζομενών της Μικράς Ασίας (αρχαία πόλη που βρισκόταν 40 χιλιομ. ΝΔ της Σμύρνης), από ευλαβείς και πλούσιους γονείς, από τους οποίους, παράλληλα με τους ευσεβείς διδασκάλους του, έμαθε τα πρώτα ιερά γράμματα. Κατόπιν πήγε στην Κύπρο, όπου έζησε για μικρό χρονικό διάστημα κοντά σε κάποιον ενάρετο μοναχό και έγινε και ο ίδιος δόκιμος και στη συνέχεια μετάβη στο όρος Σινά. Εκεί έλαβε τη μοναχική κουρά και έζησε ασκώντας την υπακοή και την ταπεινοφροσύνη, με αυστηρή νηστεία, αγρυπνία και προσευχή. Από το Σινά αναχώρησε για τα Ιεροσόλυμα, ως επισκέπτης και προσκυνητής του Παναγίου Τάφου και των λοιπών προσκυνημάτων της Παλαιστίνης και κατόπιν ήλθε στην Κρήτη, στους Καλούς Λιμένες, όπου διδάχθηκε τη νοερά προσευχή από τον ερημίτη Αρσένιο τον Αγιοφαραγγίτη.

Στην συνέχεια μετέβη με πλοίο στο Άγιον Όρος. Εκεί, αφού επισκέφθηκε όλες τις μονές, τις σκήτες και τα κελιά, καθώς και τους δύσβατους και ερημικούς τόπους του, κατοίκησε κατ' αρχήν στη σκήτη του Μαγουλά, που βρισκόταν απέναντι από την ιερά μονή Φιλοθέου και μετά στις Καρυές και σε άλλα σημεία του Άθω.

Σε όλα αυτά τα μέρη, όπως επίσης και στην περιοχή της Μεγίστης Λαύρας, έχτιζε κελιά για όσους έρχονταν προς αυτόν. Αυτοί ήταν στο σύνολό τους επιφανείς άνδρες, οι οποίοι επιθυμούσαν να ακούσουν την ψυχωφελέστατη διδασκαλία του και να μονάσουν κοντά του. Αλλά, επειδή ακριβώς αγαπούσε την αναχώρηση και δεν ήθελε «οὐδ’ ἐπὶ στιγμὴν νὰ ἀποχωρισθῆ ἀπὸ τὴν θεωρίαν», μετέβαινε σε δύσβατα και απόκρημνα μέρη, όπου ήταν δύσκολο να τον πλησιάσουν πολλοί άνθρωποι και να του εκφράσουν την ευλάβειά τους, διαταράζοντας έτσι την ησυχία που τόσο ποθούσε.

Ο Όσιος, λοιπόν, υπήρξε εξαιρετική φυσιογνωμία στην εποχή του και διακρίθηκε προπαντός ως ο πρώτος και μεγάλος συστηματικός δάσκαλος της νοεράς προσευχής: «Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησον μὲ τὸν ἁμαρτωλόν».

Φεύγοντας από το Άγιον Όρος, εξ αιτίας κυρίως των Καταλανών πειρατών που επανειλημμένως το λυμαίνονταν εκείνη την εποχή, μετέβη στην Σερβία και Βουλγαρία, στις πόλεις Κωνσταντινούπολη, Θεσσαλονίκη και Αλεξανδρούπολη και στα νησιά Χίο και Μυτιλήνη, μεταφέροντας παντού το μήνυμα της αθωνικής μοναστικής πολιτείας. Στην Κωνσταντινούπολη από ταπεινοφροσύνη, ο Όσιος Γρηγόριος, δεν ικανοποίησε την επιθυμία του αυτοκράτορα Ανδρονίκου Β' του Παλαιολόγου (1282 - 1328 μ.Χ.) να προσέλθει στα ανάκτορα.

Από την Κωνσταντινούπολη ήλθε στο Κατακεκρυωμένον όρος της Θράκης, στα σύνορα Βυζαντίου και Βουλγαρίας, αγωνιζόμενος τον ησυχαστικό αγώνα. Τελικά επανήλθε στο Άγιον Όρος, γενόμενος πανηγυρικά δεκτός από τους μοναχούς της Μεγίστης Λαύρας. Έπειτα μετέβη και πάλι στο όρος Κατακεκρυωμένον, ίδρυσε πολλά μοναστήρια και έγινε εισηγητής του ησυχασμού και στους Σλάβους και τους Βούλγαρους, όταν εγκαταστάθηκε στα Παρόρια το 1331 μ.Χ. και πάλι το 1335 μ.Χ.

Σκοπός της ζωής του Οσίου Γρηγορίου ήταν η συνειδητοποίηση της Χάριτος του Βαπτίσματος, που χορηγήθηκε στον άνθρωπο αλλά βρίσκεται κρυμμένη από την αμαρτία. «Οι περισσότεροι από εμάς πέφτουν στην αμαρτία από αμέλεια και αμαρτωλή συνήθεια στην αναισθησία και στην τύφλωση και δεν ξέρουμε πια ακόμη και αν υπάρχει Θεός, ποιοι είμαστε, τι μπορούμε να φθάσουμε, να γίνουμε παιδιά του Θεού, παιδιά φωτός, παιδιά και μέλη Χριστού. Είχαμε βαπτισθεί σε ώριμη ηλικία; Δεν διακρίναμε παρά το νερό και όχι το Πνεύμα. Κι αν ακόμη είμαστε αναγεννημένοι με το Άγιο Πνεύμα, πιστεύουμε με νεκρή και αδρανή πίστη.... Καταντήσαμε σάρκα και συμπεριφερόμαστε ακολουθώντας τη σάρκα.... Υπάρχουν δύο τρόποι να ανακαλύψουμε την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, που δεχθήκαμε μυστηριακά με το Άγιο Βάπτισμα: α) Η δωρεά αυτή αποκαλύπτεται με τρόπο γενικό από την άσκηση των εντολών και με θυσία επίπονων προσπαθειών και β) Εκδηλώνεται στη ζωή υποταγής (στον πνευματικό πατέρα), με την μεθοδική και εξακολουθητική επίκληση του Κυρίου Ιησού, δηλαδή την μνήμη του Θεού. Η πρώτη οδός είναι η πιο μακρινή, ενώ η δεύτερη η πιο σύντομη, με τον όρο να έχεις μάθει να ανασκάπτεις τη γη θαρραλέα και επίμονα για να αποκαλύψεις το χρυσάφι».

Η κυριότερη απασχόληση του Οσίου ήταν να προφυλάξει τους μαθητές του από φανταστικές οπτασίες, που όχι μόνο προέρχονται από την ανθρώπινη φύση, αλλά ακόμη συχνότερα προκαλούνται από το δαίμονα. «Εραστή του Θεού, να είσαι πολύ προσεκτικός. Όταν, απασχολούμενος στην εργασία σου, βλέπεις ένα φως ή μία φλόγα, μέσα σου ή έξω από εσένα, την αυτολεγόμενη εικόνα του Χριστού, Αγγέλους ή Αγίους, μην την παραδεχθείς. Θα κινδυνεύσεις να την πάθεις. Μην επιτρέπεις, πολύ περισσότερο, στο πνεύμα σου να ενδυναμωθεί από αυτή. Όλοι οι εξωτερικοί αυτοί επίπλαστοι σχηματισμοί έχουν αποτέλεσμα να πλανήσουν την ψυχή. Η αληθινή αρχή της προσευχής είναι η έρμη της καρδιάς που κατακαίει τα πάθη, προκαλεί την ευφροσύνη και την χαρά στην ψυχή και συμμορφώνει την καρδιά σε μια βέβαιη αγάπη και ένα συναίσθημα αδιαφιλονίκητης πληρότητος».

Ο Όσιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης «επιμένει εδώ, πάνω σε ουσιώδες χαρακτηριστικό της Ορθόδοξης μυστικής παράδοσης. Η φαντασία κάτω από όλες τις εκούσιες και ακούσιες μορφές είναι ο πιο επικίνδυνος εχθρός της ενώσεως με τον Θεό».

Από τους πολυπληθείς μαθητές και διαδόχους του Οσίου Γρηγορίου του Σιναΐτου, που συγκεντρώθηκαν κοντά του πολύ νωρίς, ιδιαίτερα όταν βρισκόταν στην περιοχή του χειμάρρου Χρέντελι, μας είναι γνωστοί οι εξής: ο Όσιος Γεράσιμος ο εξ Ευβοίας, ο συμπολίτης του Ιωσήφ που αγωνίσθηκε κατά των Λατίνων, ο αββάς Νικόλαος εξ Αθηνών που αντιστάθηκε επίσης κατά των Λατίνων και μάλιστα κατά του λατινόφρονα αυτοκράτορα Μιχαήλ Η' του Παλαιολόγου και υπέστη γι' αυτό πολλά δεινά, ο Μάρκος από τις Κλαζομενές που υπήρξε θεωρητικός και ενάρετος ασκητής και μαρτυρείται ότι είδε την Παναγία να σκεπάζει το Άγιον Όρος δορυφορούμενη από Αρχαγγέλους και Αγγέλους, ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Κάλλιστος ο Α', ο Ιάκωβος ο οποίος εξαιτίας της αρετής του έγινε Επίσκοπος, ο Ααρών και ο Κλήμης.

Όλοι αυτοί διέπρεψαν με τη στάση τους στην άσκηση της αρετής και της αγιότητας, γι' αυτό και μερικοί έφθασαν μέχρι τα ανώτατα αξιώματα της εκκλησιαστικής ιεραρχίας. Κάποιοι άλλοι μάλιστα αποτέλεσαν και τους πρώτους μοναχούς της μονής Γρηγορίου, καθώς κατέβηκαν από τη δύσβατη περιοχή όπου βρίσκονταν προς την παραλία, στη σημερινή θέση της, προβαίνοντας ταυτόχρονα στην ίδρυση και την τέλεια αποκατάστασή της σε κοινόβιο.

Μετά από μικρή ασθένεια ο Όσιος Γρηγόριος κοιμήθηκε στις 27 Νοεμβρίου 1347 μ.Χ. Η Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του, επίσης, στις 11 Φεβρουαρίου και στις 27 Νοεμβρίου.

Τα Νηπτικά Έργα του Οσίου Γρηγορίου διασώζονται στην Πατρολογία και στη Φιλοκαλία. Μεταξύ των συγγραμμάτων του πρέπει να μνημονευθούν δύο δοκίμια, το «Περὶ ἡσυχίας καὶ περὶ τῶν δυὸ τρόπων τῆς προσευχῆς» και το «Περὶ τοῦ πῶς δεῖ καθέζεσθαι τὸν ἡσυχάζοντα εἰς τὴν εὐχήν».

Ἀπολυτίκιον.
 Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Ἡσυχίας τον λάτρην εὐχῆς τὸν πρύτανιν τῆς νοερᾶς καὶ κλειδοῦχον τῆς φυλακῆς τοῦ νοός, Σιναίτην ἐπαινέσωμεν, Γρηγόριον, ὡς θείας χαρίτος κρουνόν καὶ πατέρων θεαυγῶν, προτύπωσιν ἐκβοῶντες· δίδαξον εὔχεσθαι πάντας ἀδιαλείπτως, τοὺς τιμῶντάς σε.


Κοντάκιον.
Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ.

Τὸν ἐν ὀνόματι Κυρίου μαστιγώσαντα, ἐχθρὸν τὸν δόλιον εὐσχήμως μελῳδήσωμεν, ἀσκητὴν τὸν πνευματέμφορον τοῦ Σιναίου, νοερᾶς εὐχῆς καὶ νήψεως διδάσκαλον, καὶ ἁπάσης οἰκουμένης τὸν κοσμήτορα, πόθῳ κράζοντες· Χαίροις μάκαρ Γρηγόριε.


Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ἡσυχίας καὶ προσευχῆς, τῆς ἀδιαλείπτου Πάτερ ἔκτυπον καὶ κανών, χαίροις Σιναΐτα, Γρηγόριε φωσφόρε, φωτὸς τοῦ Τρισηλίου θεῖον ἀπαύγασμα.






Δ Ι Α Β Α Σ Τ Ε

(σελίδες 2273 - 2390 )






Ο Άγιος Ευτύχιος Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης


Св. Евтихий. Фреска от манастира Грачаница в Косово
Άγιος Ευτύχιος Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Τοιχογραφία (Fresco) τού έτους 1318 μ.Χ. στην   Ιερά Μονή Γκρατσάνιτσα. Κοσσυφοπέδιο. Σερβία.








Εὐτύχιον θανόντα τιμῶν τοῖς λόγοις,
Ἐμαυτὸν αὐτὸς εὐτυχέστατον κρίνω.
Ψυχῇ Εὐτυχίοιο πύλῃ πόλου οἴγεται ἕκτῃ.

Βιογραφία
Ο Άγιος Ευτύχιος γεννήθηκε το έτος 512 μ.Χ. και έζησε κατά την εποχή του αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α' του Μεγάλου. Καταγόταν από την πόλη Θεία Κώμη της Φρυγίας και ήταν υιός του Αλεξάνδρου, σχολαρίου υπό τον στρατηγό Βελισσάριο και της Συνεσίας. Διδάχθηκε το ιερό Ευαγγέλιο και βαπτίσθηκε Χριστιανός από τον ιερέα Ησύχιο, ο οποίος ήταν παππούς του και λειτουργούσε στην Εκκλησία της Αυγουστοπόλεως. Σύμφωνα με το Συναξάρι ο Ησύχιος είχε το οφφίκιο του σκευοφύλακος και λόγω της αγιότητας του βίου του είχε λάβει από τον Θεό το χάρισμα της θαυματουργίας.

Ο Άγιος χειροτονήθηκε αναγνώστης από τον τότε Επίσκοπο Αμασείας στο ναό της Υπεραγίας Θεοτόκου Ουρβικίου. Στην συνέχεια χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος και εισήλθε σε μονή της Αμασείας, που είχε ιδρυθεί από τους Αρχιερείς Μελέτιο και Σέλευκο, της οποία αργότερα ανεδείχθη και ηγούμενος.

Τα χρόνια που ακολούθησαν δεν ήταν ειρηνικά για την Εκκλησία, λόγω των αιρετικών δοξασιών που δίδασκαν νέοι Ωριγενιστές και κρυπτομονοφυσίτες. Οι έριδες των μοναχών της Παλαιστίνης περί του Ωριγένους αποτελούν την Τρίτη και τελευταία φάση των ωριγενιστικών ερίδων. Προοίμιο αυτών υπήρξε η κατά το έτος 507 μ.Χ. διάσταση λογίων μοναχών της Μεγάλης Λαύρας προς τον ηγούμενο αυτής, τον Όσιο Σάββα τον Ηγιασμένο, που έφυγαν από την Λαύρα και ίδρυσαν περί το 514 μ.Χ. τη Νέα Λαύρα, η οποία κατέστη κέντρο του ωριγενισμού. Οι αντιωριγενιστές μοναχοί έκαναν έκκληση προς τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό να καταδικάσει τον Ωριγένη. Την αίτηση αυτή υποστήριξε ο Πατριάρχης Μηνάς.

Έτσι, το έτος 543 μ.Χ., συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη Ενδημούσα Σύνοδος, ύστερα από πρόσκληση του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μηνά, με σκοπό την ειρήνευση της Εκκλησίας και την καταδίκη των αιρετικών. Διά διατάγματος που εκδόθηκε το έτος 543 μ.Χ. ο Ιουστινιανός εστράφη κατά των αιρετικών. Καταδίκασε τις κακοδοξίες του Ωριγένους, θεώρησε τα συγγράμματα αυτού κακόδοξα και καταδίκασε αυτό το πρόσωπο του Ωριγένους. Διά τρίτου διατάγματος ο Ιουστινιανός, το έτος 544 μ.Χ., καταδίκασε τα «Τρία Κεφάλαια», δηλαδή α) τον Θεόδωρο Μοψουεστίας και τα αιρετικά του συγγράμματα, β) τα κατά του Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας και της Γ' Οικουμενικής Συνόδου και υπέρ του Νεστορίου συγγράμματα του Θεοδωρήτου Κύρου και γ) την επιστολή του Ίβα Εδέσσης προς τον Πέρση Μάρη.

Όταν το έτος 552 μ.Χ. κοιμήθηκε ο Πατριάρχης Μηνάς, ο Άγιος Ευτύχιος ήλθε από την Αμάσεια στη Βασιλεύουσα και εξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως.





Святитель Евтихий, Архиепископ Константинопольский.
Тзортзи (Зорзис) Фука. Фреска. Афон (Дионисиат). 1547 г.
Άγιος Ευτύχιος Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως. Τοιχογραφία (Fresco) τού έτους 1547 μ.Χ. ἀπό τόν 
 Τζώρτζη (Ζώρζης) Fuca. στην Ιερά Μονή Διονυσίου Άγιον Όρος







Святитель Евтихий, Архиепископ Константинопольский. Фреска Около 1350 года.. Церковь Христа Пантократора.монастыря Высокие Дечаны, Косово, Сербия. Около
Άγιος Ευτύχιος Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως. Τοιχογραφία (Fresco) τού έτους περίπου 1350 μ.Χ. στην  Εκκλησία του Χριστού Παντοκράτορα τής Ιεράς Μονής Βισόκι Ντετσάνι, Κοσσυφοπέδιο, Σερβία. 





Святитель Евтихий, Архиепископ Константинопольский.. Фреска церкви Благовещения. Грачаница. Косово. Сербия. Около 1318 г.
Άγιος Ευτύχιος Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Τοιχογραφία (Fresco) τού έτους 1318 μ.Χ. στην Εκκλησία τού Ευαγγελισμού τής Θεοτόκου τής Ιεράς Μονής Γκρατσάνιτσα. Κοσσυφοπέδιο. Σερβία.



Οι ταραχές όμως των αιρετικών συνεχίζονταν και ταλάνιζαν την Εκκλησία. Η Ε' Οικουμενική Σύνοδος, η οποία συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη, το έτος 553 μ.Χ. υπό την προεδρία του Αγίου Ευτυχίου, επικύρωσε την απόφαση της Ενδημούσης Συνόδου και προέβη στην καταδίκαση των «Τριών Κεφαλάιων». Ο σκοπός όμως της καταδίκης των «Τριών Κεφαλαίων» δεν επετεύχθη, διότι οι μονοφυσίτες ενέμεναν στην απόσχιση και στις αιρετικές δοξασίες τους. Ένεκα τούτου ο Ιουστινιανός το έτος 564 μ.Χ. εξέδωσε διάταγμα, διά του οποίου επέβαλε τον αφθαρτοδοκητισμό. Η διδασκαλία αυτή είχε διατυπωθεί από τον καταφυγόντα στην Αίγυπτο μονοφυσίτη Επίσκοπο Αλικαρνασσού Ιουλιανό. Συγκεκριμένα ο Ιουλιανός δίδασκε ότι το Σώμα του Χριστού, ήδη από της συλλήψεως και γεννήσεως Αυτού, απηλλάγη της φθοράς και επομένως των φυσικών αναγκών (πείνας, δίψας, καμάτου, ιδρώτος, δακρύων κ.τ.λ) - των λεγομένων «αδιαβλήτων παθών» - και μόνο «κατ' οικονομίαν» και «κατά χάριν» φαινόταν υποκείμενο σε αυτά. Ο Άγιος Ευτύχιος και οι λοιποί Πατριάρχες της Ανατολής, προς τους οποίου απευθύνθηκε, δεν δέχθηκαν το δυσσεβές διάταγμα. Γι' αυτό τον λόγο ο Άγιος, το έτος 565 μ.Χ., καθαιρέθηκε από τον πατριαρχικό θρόνο υπό Συνόδου ερήμην, αφού αρνήθηκε να παρουσιασθεί και εξορίσθηκε αρχικά στην Πρίγκηπο. Στο Συναξάρι του αναφέρεται ότι μετά κατέφυγε σε μοναστήρι της Αμασείας στο οποίο ζούσε ασκητικά και αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα.




Μετά από δώδεκα χρόνια εξορίας, ο αυτοκράτορας Ιουστίνος ο Β', το έτος 577 μ.Χ., αποθανόντος του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννου του Γ', επανέφερε με τιμή και δόξα τον Άγιο στον πατριαρχικό θρόνο. Κατά την δεύτερη πατριαρχία του ο Άγιος με την προσευχή του έσωσε τον λαό που μαστιζόταν από θανατηφόρα επιδημία. Το ορθόδοξο φρόνημά του και ο αγώνας του για την ακεραιότητα της πίστεως τον οδήγησαν σε αντίθεση με τον αποκρισάριο της Ρώμης Γρηγόριο, τον μετέπειτα Πάπα, λόγω των δοξασιών του περί αναστάσεως σαρκός.

Ο Άγιος Ευτύχιος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 582 μ.Χ. Το ιερό λείψανό του εναποτέθηκε στο θυσιαστήριο των Αγίων Αποστόλων, μετά την κρηπίδα της Αγίας Τραπέζης, όπου κατέκειντο και τα ιερά λείψανα Ανδρέου, Τιμοθέου και Λουκά των Αποστόλων. Το 1246 μ.Χ. τα Λείψανα και η Κάρα του Αγίου μεταφέρθηκαν από τον Ναό των Αγίων Αποστόλων Κωνσταντινουπόλεως στη Μονή Αγίου Γεωργίου του Μείζονος Βενετίας, επί Ηγουμένου Πέτρου Querini.

Σώζονται αποσπάσματα του έργου αυτού «Περὶ Εὐχαριστίας», «Ἐπιστολὴ πρὸς Πάπαν Βιγίλιον περὶ τῶν Τριῶν Κεφαλαίων» και «Συνοδικὴ Ἐπιστολή». Τρία άλλα έργα του χάθηκαν, ήτοι το «Περὶ ἀναστάσεως σαρκός», το «Κατὰ Ἀφθαρτοδοκητῶν» και το «Κατὰ τῆς μονοφυσιτικῆς διασκευῆς τοῦ Τρισαγίου». Τον Βίο του Αγίου συνέταξε ο μαθητής του Ευστράτιος.


Ιερά Λείψανα: Μέρος της Κάρας και των Λειψάνων του Αγίου βρίσκονται στον ρωμαιοκαθολικό Ναό του Αγίου Γεωργίου του Μείζονος Βενετίας.

Μέρος της Κάρας του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Χιλανδαρίου Αγίου Όρους.






Ιερό Λείψανο τού Αγίου Ευτυχίου φυλάσσεται στον Ιερό Ναό Αγίου Νικάνορος Καστοριάς






Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ'. Τὴν ὡραιότητα.
Βίον οὐράνιον, Πάτερ κτησάμενος, σκεῦος ἐπάξιον, ὤφθης τῆς χάριτος, λόγω καὶ πράξει βέβαιων, τὴν θείαν σοὶ χορηγίαν ὅθεν ἱεράτευσας, ἰσαγγέλως τῷ Κτίσαντι, ἔνδοξε Εὐτύχιε, Ἐκκλησίας ὡράισμα, ἣν φύλαττε ταὶς σαὶς προστασίαις, πάσης ἀνάγκης ἀνωτέραν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Κανόνα πίστεως, καὶ εἰκόνα πραότητος, ἐγκρατείας διδάσκαλον, ἀνέδειξε σε τῇ ποίμνῃ σου, ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια· διὰ τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ τὰ πλούσια. Πάτερ Ἱεράρχα Εὐτύχιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Εὐκληρίας χάριτας Θεοδωρήτου, ἱερέ Εὐτύχιε, ἀναβλυστάνεις δαψιλῶς, τοῖς ἐν αἰνέσει κραυγάζουσι· Χαίροις Πατέρων φαιδρόν ἀγαλλίαμα.


Ο άγιος Θεοφάνης ο υμνογράφος είναι από εκείνους τους υμνογράφους της Εκκλησίας μας, που αρέσκεται να χρησιμοποιεί το όνομα ενός αγίου, όταν δίνει βεβαίως την αφορμή, προκειμένου να το αξιοποιεί για την προβολή της αγιότητάς του. Αυτό ακριβώς κάνει και με τον άγιο Ευτύχιο. Αφενός στους στίχους του συναξαρίου κρίνει ότι ο ίδιος είναι ευτυχέστατος, διότι αξιώθηκε να τιμήσει με τους λόγους του τον Ευτύχιο που μετέστη από τη ζωή αυτή. Η ενασχόλησή του δηλαδή με τον συγκεκριμένο άγιο συντελεί στη δική του πνευματική πρόοδο και προκοπή. «Θεωρώ ότι είμαι ευτυχέστατος, επειδή τιμώ με τα λόγια μου τον Ευτύχιο που απέθανε» («Ευτύχιον Θανόντα Τιμών Τοις Λόγοις, Εμαυτόν Αυτός Ευτυχέστατον Κρίνω«). Μοιάζει κατά τούτο με τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, ο οποίος όταν καταπιάστηκε με τον επικήδειο του Μεγάλου Αθανασίου έγραψε ότι ο έπαινός του για τον Αθανάσιο είναι έπαινος για την ίδια την αρετή – «Αθανάσιον Επαινών Αρετήν Επαινέσομαι» – που σημαίνει ότι και μόνο η μνήμη του Αθανασίου λειτουργούσε ως ώθηση πνευματικής αναγωγής του Γρηγορίου. Αιτία για τη σύνδεση ενός αγίου με την πνευματική πρόοδο αυτού που τον θυμάται – έστω κι αν η αφορμή είναι εξωτερική, όπως εν προκειμένω το όνομα του Ευτυχίου – είναι το γεγονός ότι ένας άγιος, επειδή αποτελεί φανέρωση της Βασιλείας του Θεού, κάνει αυτόν που έρχεται σε οποιαδήποτε επαφή μαζί του πράγματι να προάγεται.
Αφετέρου, ο άγιος Θεοφάνης, πάλι εξ αφορμής του ονόματος του αγίου Ευτυχίου, προβαίνει σε εκτίμηση πνευματική, καθώς συγκρίνει την κατάσταση των αρετών με την κατάσταση των παθών. Τι λέει; «Επειδή απέκτησες την ευτυχία, Σοφέ Ευτύχιε, λόγω των αρετών σου, και φωτίστηκες από τις λαμπρές λάμψεις των χαρισμάτων του Θεού, σώσε με από τις δυστυχίες των παθών με τις πρεσβείες σου» («Ταις Αρεταίς Ευτυχήσας Και Λαμπρυνθείς Φωτοβόλοις Λάμψεσι Χαρισμάτων Του Θεού, Δυστυχίαις Ρύσαί Με Παθών, Ταις Πρεσβείαις Σου, Σοφέ«) (ωδή α΄). Ο Θεοφάνης δηλαδή ήδη από την αρχή του κανόνα του για τον άγιο τονίζει τη βασικότατη αλήθεια ότι η στροφή προς τα ανθρώπινα ψεκτά πάθη, δηλαδή τη φιληδονία, τη φιλαργυρία, τη φιλοδοξία, ό,τι αποτελεί καρπό της φιλαυτίας, έχει ως τίμημα τη δυστυχία. Δεν μπορεί με άλλα λόγια να ζει κανείς αμαρτωλά, χωρίς να βιώνει το αποτέλεσμα της αμαρτίας, τον πνευματικό θάνατο και τη δυστυχία. Διότι "Τα Οψώνια Της Αμαρτίας, Θάνατος". Κι από την άλλη: όσο κανείς στρέφεται προς τον Θεό και καθαρίζει την καρδιά του ώστε να λάμπει το φως του Θεού, τόσο και αποκτά την ευτυχία. Η ευτυχία έτσι υπάρχει εκεί που υπάρχει ο Θεός και η παρουσία Του, η δυστυχία υπάρχει εκεί που ο άνθρωπος διαγράφει τον Θεό και σύρεται από τα πάθη του και τον διάβολο που δουλεύει πάνω σ’ αυτά.
Ο υμνογράφος βεβαίως έρχεται και εξηγεί τον τρόπο με τον οποίο ο άγιος Ευτύχιος μπόρεσε να στραφεί προς τον Θεό κατανικώντας τα πάθη του. Και η εξήγηση που δίνει είναι αυτή που προβάλλει πάντοτε η διαχρονική πνευματική παράδοση της Εκκλησίας μας: ο άγιος καθαρίστηκε από τη λάσπη των παθών, γιατί έδειξε μεγάλη επιμέλεια στον νόμο του Θεού, ασκώντας από παιδί την εγκράτεια και την προσευχή, συνεπώς κάνοντας τον νου του ηγεμόνα του εαυτού του. («Καθάρισες τον εαυτό σου από τη λάσπη των παθών, με την πολλή σου επιμέλεια» («Σεαυτόν Εκκαθάρας Της Ιλύος Των Παθών, Δι’ Εμμελελίας Πολλής» ωδή γ΄). «Θήλασες από παιδί τους μαστούς της εγκράτειας και με τις αέναες προσευχές έφτασες αληθινά στο μέτρο της ηλικίας του Χριστού» («Μαστούς Θηλάσας Εκ Παιδός Εγκρατείας, Εις Μέτρον, Προσευχαίς Αενάοις, Ηλικίας Του Χριστού Κατήντησας Αληθώς«) (ωδή γ΄). «Έκανες τον νου σου ηγεμόνα, γι’ αυτό και κυριάρχησες στην τυραννία των παθών» («Νουν Ηγεμόνα Ποιήσας, Της Των Παθών Τυραννίδος, Όσιε, Κατεκράτησας » ωδή α΄).
Και βεβαίως ο άγιος υμνογράφος δεν μπορεί να μη μνημονεύσει, πέραν της ασκητικής και αγίας διαγωγής του Ευτυχίου, και τον αγώνα του υπέρ της ορθοδόξου πίστεως. Ο άγιος Ευτύχιος υπήρξε κληρικός και μάλιστα έγινε και Πατριάρχης. Επ’ αυτού, όπως είδαμε και στο συναξάρι του, έγινε και η πέμπτη Οικουμενική Σύνοδος. Συνεπώς εκ της θέσεώς του και της ποιμαντικής του συνειδήσεως ο αγώνας του για την πίστη ήταν δεδομένος. Ο άγιος Θεοφάνης λοιπόν αναφέρεται αρκετά επ’ αυτού, τόσο που σημειώνει ότι «η δύναμη των λόγων του αγίου κατέστησε ανίσχυρο το δόγμα και τη δύναμη των αντιθέτων. Κι έγινε τείχος και στήριγμα του ορθοδόξου λαού» («Ρημάτων Δύναμις Των Σων, Ανίσχυρον Εναντίων Το Δόγμα Και Την Ισχύν, Πάτερ, Απειργάσατο. Του Ορθοδόξου Δε Λαού Τείχος Γέγονε Και Στήριγμα» ωδή δ΄). Τονίζει μάλιστα ότι ο άγιος Ευτύχιος «έχοντας ως σκέπη του την ασπίδα της ευσέβειας και παίρνοντας ως κοφτερό ξίφος το ιερό δόγμα της πίστεως, κατέκοψε πράγματι όλες τις φάλαγγες των αιρετικών» («Θυρεώ Ευσεβείας Περισκεπόμενος, Και Ως Δίστομον Ξίφος Αναλαβόμενος Δόγμα Το Σεπτόν, Πάσας Όντως Συνέκοψας Των Αιρετιζόντων Τας Φάλαγγας » ωδή η΄). Κι είναι εξόχως σημαντική η επισήμανση του αγίου Θεοφάνη ότι στον αγώνα του αγίου κατά της αίρεσης είχε ως σύμμαχό του τον ίδιο τον Κύριο Ιησού Χριστό, ο Οποίος ήταν και ο βλασφημούμενος από τους αιρετικούς. Ο βλασφημούμενος δηλαδή ενώ θεωρείτο ότι έμπαινε στο περιθώριο, διότι αλλοιωνόταν από τους φιλοσοφούντες αιρετικούς, Εκείνος ως ο παντοδύναμος Θεός βρισκόταν και βρίσκεται βεβαίως πάντοτε στην πρώτη γραμμή. «Δεν φοβήθηκες και δεν λύγισες, καθώς υπέμεινες διωγμούς υπέρ της πίστεως. Διότι είχες ως σύμμαχό σου τον ίδιο τον βλασφημούμενο Χριστό» («Ου Κατενάρκωσας Υπέρ Της Πίστεως, Διωγμούς Υπομένων. Και Γαρ Αυτόν Είχες Συμμαχούντά Σοι, Τον Βλασφημούμενον Χριστόν» ωδή δ΄).
Μακρηγορούμε, αλλά αξίζει, νομίζουμε, να εξάρουμε ιδιαιτέρως την παραπάνω φράση του ύμνου του αγίου Θεοφάνη από την η΄ ωδή του: «έχοντας ως σκέπη την ασπίδα της ευσέβειας και παίρνοντας ως κοφτερό ξίφος το ιερό δόγμα». Ο άγιος Ευτύχιος δηλαδή πήρε ως ξίφος το δόγμα, επειδή ακριβώς βρισκόταν μέσα στην ευσέβεια, τον ορθό τρόπο ζωής. Κι αυτό σημαίνει ότι τότε μπορεί κανείς να χρησιμοποιήσει σωστά το δόγμα της πίστεως, όταν ζει σωστά την αγάπη – η αγάπη είναι ο ορθός τρόπος ζωής, η ίδια η ευσέβεια. Διαφορετικά, το δόγμα μόνο χωρίς αγάπη γίνεται ξίφος που καταστρέφει και κατασπαράσσει τους ανθρώπους, ό,τι έλεγε ο αγιασμένος γέρων Παϊσιος ο αγιορείτης: «υπάρχουν μερικοί που έχουν πιάσει το δόγμα με τα δόντια και προκαλούν έτσι μεγαλύτερη βλάβη στην Εκκλησία από ό,τι οι εχθροί της»!


Πηγή:  pgdorbas.blogspot.gr






Μία πραγματική ιστορία που συγκλονίζει… Αναφέρεται στο βίο του Αγίου Ευτυχίου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως (6ος αι.) και στο θαύμα που έκανε με ένα 5χρονο κοριτσάκι που ήταν δαιμονισμένο και δεν δεχόταν την Θεία Κοινωνία.

Διαβάστε την:
«Φρίκη, τρόμος και πανικός κυριεύουν τα δαιμόνια, όταν βρεθούν μπροστά στο Σώμα και το Αίμα του Κυρίου, τη θεία Κοινωνία.
Γι' αυτό πάντοτε οι δαιμονισμένοι σπαράζουν και χτυπιούνται ελεεινά, όταν πλησιάσουν στα τίμια Δώρα, πράγμα που δε συμβαίνει πριν από τον καθαγιασμό και τη μεταβολή τους. Είναι και τούτο μια συνεχής και περίτρανη απόδειξη, ότι η θεία Κοινωνία είναι πράγματι Σώμα και Αίμα Χριστού.
Στο βίο του Αγίου Ευτυχίου, πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως (6ος αι.), υπάρχει ένα σχετικό περιστατικό.
Στην περιοχή της Αμάσειας, όπου είχε για ένα διάστημα εξοριστεί, βρισκόταν ένα γυναικείο μοναστήρι, που λεγόταν «της Φλαβίας».
Μερικές λοιπόν από τις μοναχές έφεραν στον Αγιο ένα πεντάχρονο κοριτσάκι, που είχε κυριευθεί από δαιμόνιο, και δεν πλησίαζε καν τη θεία Κοινωνία˙ όταν το πήγαιναν να κοινωνήσει, φώναζε, χτυπιόταν, κλωτσούσε και αποστρεφόταν με αηδία και τρόμο τα άχραντα Μυστήρια.
Η επόμενη μέρα ήταν Κυριακή. Ο Αγιος θα λειτουργούσε και θα κοινωνούσε τους πιστούς. Είπε λοιπόν να φέρουν και το κοριτσάκι. Πράγματι, το έφεραν και με πολλή βία το ανάγκασαν να δεχτεί στο στόμα του τη θεία Κοινωνία. Αμέσως όμως έβγαλε μιαν άγρια κραυγή και Την έφτυσε χάμω!
Έφριξαν όλοι. Άφησαν το έξαλλο κοριτσάκι να φύγει, ενώ ο Αγιος μάζεψε με το στόμα του από το έδαφος το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Παρήγγειλε, ωστόσο, να του ξαναφέρουν το δαιμονισμένο πλάσμα την άλλη μέρα.
Όταν ήρθε, ο Αγιος προσευχήθηκε και έχρισε όλα του τα μέλη με άγιο έλαιο. Ύστερα δοκίμασε να το μεταλάβει πάλι. Το κορίτσι, αφού αναστέναξε βαθιά, κοινώνησε άφοβα και ήρεμα. Μόλις κατάπιε τη θεία Κοινωνία, άφησε μιαν άγρια κραυγή, και αμέσως το πονηρό πνεύμα βγήκε από το στόμα του.
Από τη στιγμή εκείνη το κοριτσάκι θεραπεύθηκε οριστικά, και όλοι δόξαζαν τον Κύριο για τη δύναμη και τη φιλανθρωπία Του.
«Θαύματα και αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία». Ι.Μ. Παρακλήτου Ωρωπός Αττικής
ΠΗΓΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ







Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου